αναστατώνω στα τσεχική αναστατώνω στα γερμανικά αναστατώνω στα ισπανικά αναστατώνω στα γαλλικά αναστατώνω στα ιταλικά αναστατώνω στα νορβηγικά αναστατώνω στα ρωσικά αναστατώνω στα σουηδικά αναστατώνω στα αλβανικά αναστατώνω στα φινλανδικά αναστατώνω στα ουγγρική αναστατώνω στα πορτογαλικά αναστατώνω στα πολωνική
κατάλληλος στα λευκορωσίας κλέβω στα τσεχική εισβολέας στα ουκρανικά πολλοί στα γαλλικά εξομοιώνω στα τσεχική