lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίψα στα αγγλικά

Λέξη:
δίψα (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (11):
craving, desire, eagerness, hanker, hankering, longing, prurience, thirst, urge, wish, yearning
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά δίψα, δίψα στην εγκυμοσύνη, δίψα στίχοι, δίψα ονειροκρίτης, δίψα και εγκυμοσύνη, δίψα εγκυμοσύνη, δίψα στα αγγλικά, craving στα ελληνικά
δίψα στα αγγλικά