lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίψα στα ιταλικά

Λέξη:
δίψα (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (7):
ansia, augurio, desiderio, sete, smania, volere, voto
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά δίψα, δίψα στην εγκυμοσύνη, δίψα στίχοι, δίψα ονειροκρίτης, δίψα και εγκυμοσύνη, δίψα εγκυμοσύνη, δίψα στα ιταλικά, ansia στα ελληνικά
δίψα στα ιταλικά