lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοβαρός στα γαλλικά

Λέξη:
σοβαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (50):
accusé, acerbe, acre, acrimonieux, acéré, affilé, aigre, aigu, aristarque, atroce, austère, brut, brûlage, brûlant, cinglant, considérable, cru, cruel, cuisant, dent, digne, dur, grand, grave, gros, grossier, grège, important, inclément, intense, majeur, perçant, piquant, pointu, posé, pètesec, rigide, rigoureux, rude, sanglant, strict, suroît, sérieux, sévère, tranchant, valable, valide, âpre, écru, épicé
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά σοβαρός, σοβαρόσ τραυματισμόσ τσιρλίντερ, σοβαρόσ τραυματισμόσ άνδρα τησ διασ, σοβαρόσ αντώνυμο, σοβαρός τραυματισμός χορεύτριας- μοντέλου σε live show, σοβαρός συνώνυμο, σοβαρός στα γαλλικά, accusé στα ελληνικά
σοβαρός στα γαλλικά