lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοβαρός στα φινλανδικά

Λέξη:
σοβαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (34):
ankara, hauras, jalostamaton, julma, jäykkä, kalsea, kelpaava, kelpo, kimakka, kimeä, kireä, kirpeä, kolea, kolkko, kova, kuuma, kärkevä, käypä, läpitunkeva, merkityksellinen, pureva, pätevä, raaka, rankka, suuri, terä, terävä, totinen, tuima, tärkeä, törkeä, vaikea, vakava, voimakas
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά σοβαρός, σοβαρόσ τραυματισμόσ τσιρλίντερ, σοβαρόσ τραυματισμόσ άνδρα τησ διασ, σοβαρόσ αντώνυμο, σοβαρός τραυματισμός χορεύτριας- μοντέλου σε live show, σοβαρός συνώνυμο, σοβαρός στα φινλανδικά, ankara στα ελληνικά
σοβαρός στα φινλανδικά