lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοβαρός στα ουγγρική

Λέξη:
σοβαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (16):
akut, dísztelen, erős, fontos, forró, fáradságos, hegyes, jelentős, mosatlan, nagy, nyers, nyomatékos, szigorú, zord, éles, érvényes
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σοβαρός, σοβαρόσ τραυματισμόσ τσιρλίντερ, σοβαρόσ τραυματισμόσ άνδρα τησ διασ, σοβαρόσ αντώνυμο, σοβαρός τραυματισμός χορεύτριας- μοντέλου σε live show, σοβαρός συνώνυμο, σοβαρός στα ουγγρική, akut στα ελληνικά
σοβαρός στα ουγγρική