lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοβαρός στα σουηδικά

Λέξη:
σοβαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (42):
aktuell, akut, allvarlig, allvarsam, amper, angelägen, ansenlig, barsk, besk, betydande, betänklig, bister, bitande, elakartad, fast, frän, giltig, grav, gällande, holkbar, hård, obearbetad, piffig, pikant, rigid, rigorös, rå, seriös, skarp, skärva, spetsig, spliss, stark, stel, stram, strikt, sträng, sträv, svår, tvär, vass, viktig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά σοβαρός, σοβαρόσ τραυματισμόσ τσιρλίντερ, σοβαρόσ τραυματισμόσ άνδρα τησ διασ, σοβαρόσ αντώνυμο, σοβαρός τραυματισμός χορεύτριας- μοντέλου σε live show, σοβαρός συνώνυμο, σοβαρός στα σουηδικά, aktuell στα ελληνικά
σοβαρός στα σουηδικά