lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοβαρός στα νορβηγικά

Λέξη:
σοβαρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (49):
aktuell, akutt, alvorlig, amper, anselig, atskillig, barsk, besk, betraktelig, bister, bitende, fast, grav, graverende, grov, grusom, gyldig, hard, heftig, holdbar, hvass, høytstående, intens, kvass, piffig, pikant, ram, rigid, rigorøs, rå, seriøs, skarp, skurva, spiss, stel, stiv, stor, stram, streng, stri, strikt, tungtveiende, tvær, vanskelig, vass, vektig, vike, viktig, vrien
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά σοβαρός, σοβαρόσ τραυματισμόσ τσιρλίντερ, σοβαρόσ τραυματισμόσ άνδρα τησ διασ, σοβαρόσ αντώνυμο, σοβαρός τραυματισμός χορεύτριας- μοντέλου σε live show, σοβαρός συνώνυμο, σοβαρός στα νορβηγικά, aktuell στα ελληνικά
σοβαρός στα νορβηγικά