lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: εβδομάδα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
week
εβδομάδα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
týden
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
woche
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
uge
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
semana
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
huitaine, semaine
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
settimana
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
uke
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неделька, неделя
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vecka
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
javë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неделя, седмица
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
тыдзень
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viikko
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tjedan
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hét
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
savaitė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
semana
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
týždeň
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
октава, тиждень
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
tydzień

Σχετικές λέξεις

εβδομάδα εγκυμοσύνης, εβδομάδα της τυρινής, εβδομάδα της διακαινησίμου, εβδομάδα αφρικανικού κινηματογράφου, εβδομάδα εγκυμοσύνης υπολογισμός, εβδομάδα μόδας στο παρίσι, εβδομάδα χειμερινών διακοπών, εβδομάδα τουρκικής κουζίνας, εβδομάδα σκι, εβδομάδα τουρκικού πολιτισμού