lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορυχείο στα λευκορωσίας

Λέξη:
ορυχείο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
нiзкi, панчоха, каменяломня, шахта
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ορυχείο, ορυχείο χρυσού χαλκιδική, ορυχείο χρυσού, ορυχείο πεδίου αμυνταίου, ορυχείο μαυροπηγής, ορυχείο καρδιάς, ορυχείο στα λευκορωσίας, нiзкi στα ελληνικά
ορυχείο στα λευκορωσίας