lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορυχείο στα νορβηγικά

Λέξη:
ορυχείο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (8):
grav, grop, gruve, bergverk, gruva, kullgruve, mine, grøft
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ορυχείο, ορυχείο χρυσού χαλκιδική, ορυχείο χρυσού, ορυχείο πεδίου αμυνταίου, ορυχείο μαυροπηγής, ορυχείο καρδιάς, ορυχείο στα νορβηγικά, grav στα ελληνικά
ορυχείο στα νορβηγικά