lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορυχείο στα πορτογαλικά

Λέξη:
ορυχείο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
homo, inferior, mina
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ορυχείο, ορυχείο χρυσού χαλκιδική, ορυχείο χρυσού, ορυχείο πεδίου αμυνταίου, ορυχείο μαυροπηγής, ορυχείο καρδιάς, ορυχείο στα πορτογαλικά, homo στα ελληνικά
ορυχείο στα πορτογαλικά