lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορυχείο στα ουκρανικά

Λέξη:
ορυχείο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
заглибина, заглиблення, шахта, яма, каменоломня, мій, рудник, впадина
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ορυχείο, ορυχείο χρυσού χαλκιδική, ορυχείο χρυσού, ορυχείο πεδίου αμυνταίου, ορυχείο μαυροπηγής, ορυχείο καρδιάς, ορυχείο στα ουκρανικά, заглибина στα ελληνικά
ορυχείο στα ουκρανικά