lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βουίζω στα νορβηγικά

Λέξη:
βουίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (15):
brumme, grine, klinge, male, mumla, mumle, nynna, nynne, single, skramla, skramle, summe, surra, surre, svirre
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά βουίζω, βουίζω στα νορβηγικά, brumme στα ελληνικά
βουίζω στα νορβηγικά