lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λόφος στα ουγγρική

Λέξη:
λόφος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
domb, bucka, hant, emelkedő, magaslat, emelkedés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική λόφος, λόφος φιλοπάππου χάρτης, λόφος φιλοπάππου, λόφος στρέφη, λόφος σικελίας, λόφος πνύκας, λόφος στα ουγγρική, domb στα ελληνικά
λόφος στα ουγγρική