lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λόφος στα φινλανδικά

Λέξη:
λόφος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (9):
kukkula, kunnas, mäki, kumpu, erektio, nänni, nousu, pystyttäminen, pystytys
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά λόφος, λόφος φιλοπάππου χάρτης, λόφος φιλοπάππου, λόφος στρέφη, λόφος σικελίας, λόφος πνύκας, λόφος στα φινλανδικά, kukkula στα ελληνικά
λόφος στα φινλανδικά