lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδήγηση στα ουγγρική

Λέξη:
οδήγηση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
magatartás, magaviselet, vezetés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική οδήγηση, οδήγηση όνειρο, οδήγηση χωρίς πινακίδες, οδήγηση χωρίς δίπλωμα αυτοκινήτου, οδήγηση χωρίς δίπλωμα, οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, οδήγηση στα ουγγρική, magatartás στα ελληνικά
οδήγηση στα ουγγρική