lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδήγηση στα δανική

Λέξη:
οδήγηση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
adfærd, forvaltning, holdning, ledelse, opførsel, vandel
Σχετικές λέξεις:
δανική οδήγηση, οδήγηση όνειρο, οδήγηση χωρίς πινακίδες, οδήγηση χωρίς δίπλωμα αυτοκινήτου, οδήγηση χωρίς δίπλωμα, οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, οδήγηση στα δανική, adfærd στα ελληνικά
οδήγηση στα δανική