lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδήγηση στα νορβηγικά

Λέξη:
οδήγηση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
atferd, ferd, forvaltning, ledelse, oppførsel, stell, vandel
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά οδήγηση, οδήγηση όνειρο, οδήγηση χωρίς πινακίδες, οδήγηση χωρίς δίπλωμα αυτοκινήτου, οδήγηση χωρίς δίπλωμα, οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, οδήγηση στα νορβηγικά, atferd στα ελληνικά
οδήγηση στα νορβηγικά