lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παρών στα ουγγρική

Λέξη:
παρών (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
jelen, jelenlegi, jelenlevő
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική παρών, παρών σε ψηφοφορία, παρών παρόν, παρών παρούσα παρόν, παρών παρούσα, παρών επί τησ αρχήσ, παρών στα ουγγρική, jelen στα ελληνικά
παρών στα ουγγρική