lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποθήκη στα ιταλικά

Λέξη:
αποθήκη (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
deposito, impresa, magazzino, negozio, periodico, rivista, composizione, costituzione, scorta
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά αποθήκη, αποθήκη τροφίμων, αποθήκη στα αγγλικά, αποθήκη παπούτσια, αποθήκη κομμένου, αποθήκη καλλυντικών, αποθήκη στα ιταλικά, deposito στα ελληνικά
αποθήκη στα ιταλικά