lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μασώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
μασώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
mascar, mastigar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μασώ, μασώ στα πορτογαλικά, mascar στα ελληνικά
μασώ στα πορτογαλικά