lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξαλείφω στα σουηδικά

Λέξη:
εξαλείφω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (12):
annullera, avskaffa, bära, fordra, hiss, inställa, lyfta, retirera, tåla, upphäva, upprätta, utstå
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά εξαλείφω, εξαλείφω συνώνυμο, εξαλείφω ορισμος, εξαλείφω κλιση, εξαλείφω αρχικοι χρονοι, εξαλείφω αρχαια, εξαλείφω στα σουηδικά, annullera στα ελληνικά
εξαλείφω στα σουηδικά