lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ναρκώνω στα σουηδικά

Λέξη:
ναρκώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ναρκώνω, ναρκώνω συνώνυμο, ναρκώνω στα αγγλικά, ναρκώνω στα σουηδικά, bedöva στα ελληνικά
ναρκώνω στα σουηδικά