lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πληρώνω στα τσεχική

Λέξη:
πληρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (7):
odskákat, platit, vyplácet, vyplatit, zaplatit, kvitovat, vyrovnat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική πληρώνω, πληρώνω όσο πετάω, πληρώνω το τίμημα, πληρώνω το μάρμαρο, πληρώνω τη νύφη, πληρώνω τερζήσ, πληρώνω στα τσεχική, odskákat στα ελληνικά
πληρώνω στα τσεχική