lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντέχω στα φινλανδικά

Λέξη:
αντέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (14):
kannattaa, kantaa, kestää, kokea, kumota, kärsiä, lakkauttaa, peruuttaa, pysyä, pyyhkiä, sietää, suvaita, särky, vaiva
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αντέχω, αντέχω τάνια κικίδη στιχοι, αντέχω συνώνυμα, αντέχω στίχοι, αντέχω πολύ, αντέχω παπακωνσταντίνου, αντέχω στα φινλανδικά, kannattaa στα ελληνικά
αντέχω στα φινλανδικά