lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντέχω στα ουγγρική

Λέξη:
αντέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
sínyli, szenved, tűrni, kiállni, kibírni, elvisel
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αντέχω, αντέχω τάνια κικίδη στιχοι, αντέχω συνώνυμα, αντέχω στίχοι, αντέχω πολύ, αντέχω παπακωνσταντίνου, αντέχω στα ουγγρική, sínyli στα ελληνικά
αντέχω στα ουγγρική