lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντέχω στα νορβηγικά

Λέξη:
αντέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (20):
annullere, avlyse, avskaffa, avskaffe, bestå, bæra, bære, fjerne, fordra, gjennomgå, lide, motstå, orke, pina, pine, slette, smerte, tåle, utholde, utstå
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αντέχω, αντέχω τάνια κικίδη στιχοι, αντέχω συνώνυμα, αντέχω στίχοι, αντέχω πολύ, αντέχω παπακωνσταντίνου, αντέχω στα νορβηγικά, annullere στα ελληνικά
αντέχω στα νορβηγικά