μασώ στα αγγλικά μασώ στα τσεχική μασώ στα γερμανικά μασώ στα δανική μασώ στα ισπανικά μασώ στα γαλλικά μασώ στα ιταλικά μασώ στα νορβηγικά μασώ στα ρωσικά μασώ στα εσθονική μασώ στα φινλανδικά μασώ στα λιθουανική μασώ στα πολωνική μασώ στα σουηδικά
αποθήκη στα γερμανικά διάβημα στα σουηδικά πυκνός στα τσεχική μολύνω στα γαλλικά άνηθο στα νορβηγικά
μολύνω αγγλικα πυκνός λόγος αποθήκη στα αγγλικά διάβημα λεξικό άνηθο σπορα