lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παχύσαρκος στα αγγλικά

Λέξη:
παχύσαρκος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (10):
corpulent, obese, stout, burly, doughty, lusty, portly, stalwart, tough, virile
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά παχύσαρκος, παχύσαρκος υπέρβαρος, παχύσαρκος παρθένος έστειλε τη φίλη του στο νοσοκομείο, παχύσαρκος γάτος, είμαι παχύσαρκος, παχύσαρκος στα αγγλικά, corpulent στα ελληνικά
παχύσαρκος στα αγγλικά