lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παχύσαρκος στα ουγγρική

Λέξη:
παχύσαρκος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
erős, kövér, testes
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική παχύσαρκος, παχύσαρκος υπέρβαρος, παχύσαρκος παρθένος έστειλε τη φίλη του στο νοσοκομείο, παχύσαρκος γάτος, είμαι παχύσαρκος, παχύσαρκος στα ουγγρική, erős στα ελληνικά
παχύσαρκος στα ουγγρική