lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παχύσαρκος στα γερμανικά

Λέξη:
παχύσαρκος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
beleibt, fettleibig, korpulent, derb, fest, kräftig, rüstig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά παχύσαρκος, παχύσαρκος υπέρβαρος, παχύσαρκος παρθένος έστειλε τη φίλη του στο νοσοκομείο, παχύσαρκος γάτος, είμαι παχύσαρκος, παχύσαρκος στα γερμανικά, beleibt στα ελληνικά
παχύσαρκος στα γερμανικά