lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμψυχώνω στα αλβανικά

Λέξη:
εμψυχώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αλβανικά
Μεταφράσεις (2):
frymëzoj, ndërsej
Σχετικές λέξεις:
αλβανικά εμψυχώνω, εμψυχώνω συνώνυμο, εμψυχώνω συνώνυμα, εμψυχώνω στα αγγλικα, εμψυχώνω στα αλβανικά, frymëzoj στα ελληνικά
εμψυχώνω στα αλβανικά