lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επινοώ στα γαλλικά

Λέξη:
επινοώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (18):
adultérer, altérer, confectionner, contrefaire, créer, détonner, fabriquer, falsifier, fausser, façonner, former, frelater, manufacturer, maquiller, produire, sophistiquer, truquer, usiner
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά επινοώ, επινοώ συνώνυμο, επινοώ συνώνυμα, επινοώ συνωνυμο, επινοώ σημασία, επινοώ στα γαλλικά, adultérer στα ελληνικά
επινοώ στα γαλλικά