lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επινοώ στα ρωσικά

Λέξη:
επινοώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
вырабатывать, изготовлять, производить, подделывать, фальсифицировать, делать, изготавливать, создавать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά επινοώ, επινοώ συνώνυμο, επινοώ συνώνυμα, επινοώ συνωνυμο, επινοώ σημασία, επινοώ στα ρωσικά, вырабатывать στα ελληνικά
επινοώ στα ρωσικά