lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κολλώ στα γαλλικά

Λέξη:
κολλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (9):
coller, encoller, engluer, modeler, pétrir, adhérer, attacher, emboîter, gratiner
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά κολλώ, μπρίκια κολλώ, κολλάω κλίση, κολλώ στα γαλλικά, coller στα ελληνικά
κολλώ στα γαλλικά