lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κολλώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
κολλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
colar, pegar, modelar, retratar, aderir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κολλώ, μπρίκια κολλώ, κολλάω κλίση, κολλώ στα πορτογαλικά, colar στα ελληνικά
κολλώ στα πορτογαλικά