lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λυπημένος στα γαλλικά

Λέξη:
λυπημένος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (18):
affligé, attristant, dolent, douloureux, déplorable, désolant, funeste, lamentable, lugubre, misérable, mélancolique, pauvre, piteux, pitoyable, plaintif, regrettable, triste, élégiaque
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά λυπημένος, λυπημένοσ κατάκαρδα, λυπημένος συνώνυμα, λυπημένος ονειροκρίτης, λυπημένος meaning, είμαι λυπημένος, λυπημένος στα γαλλικά, affligé στα ελληνικά
λυπημένος στα γαλλικά