lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λυπημένος στα σουηδικά

Λέξη:
λυπημένος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (12):
bedrövlig, dyster, dysterhet, erbarmlig, ledsam, ledsen, sorglig, sorgsen, trist, vemod, ynklig, ömklig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά λυπημένος, λυπημένοσ κατάκαρδα, λυπημένος συνώνυμα, λυπημένος ονειροκρίτης, λυπημένος meaning, είμαι λυπημένος, λυπημένος στα σουηδικά, bedrövlig στα ελληνικά
λυπημένος στα σουηδικά