lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πυκνός στα γαλλικά

Λέξη:
πυκνός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (16):
coercible, cohérent, compact, concret, consistant, dense, dru, fourni, fourré, hirsute, luxuriant, pâteux, serré, suivi, touffu, épais
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πυκνός, πυκνόσ μετάφραση, πυκνός συνώνυμα, πυκνός μαστός, πυκνός λόγος, πυκνός και λιτός λόγος περίληψη, πυκνός στα γαλλικά, coercible στα ελληνικά
πυκνός στα γαλλικά