lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πυκνός στα αγγλικά

Λέξη:
πυκνός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (13):
bushy, coherent, cohesive, compact, dense, indiscrete, quickset, tenacious, thick, thickset, tight, viscid, viscous
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά πυκνός, πυκνόσ μετάφραση, πυκνός συνώνυμα, πυκνός μαστός, πυκνός λόγος, πυκνός και λιτός λόγος περίληψη, πυκνός στα αγγλικά, bushy στα ελληνικά
πυκνός στα αγγλικά