lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπλουτίζω στα γερμανικά

Λέξη:
εμπλουτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
rationalisieren, verbessern, befruchten, ertragreich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εμπλουτίζω, εμπλουτίζω συνώνυμα, εμπλουτίζω αγγλικά, εμπλουτίζω στα γερμανικά, rationalisieren στα ελληνικά
εμπλουτίζω στα γερμανικά