lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπλουτίζω στα ισπανικά

Λέξη:
εμπλουτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (6):
mejorar, beneficiar, estercolar, fecundar, fecundizar, fertilizar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά εμπλουτίζω, εμπλουτίζω συνώνυμα, εμπλουτίζω αγγλικά, εμπλουτίζω στα ισπανικά, mejorar στα ελληνικά
εμπλουτίζω στα ισπανικά