lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπλουτίζω στα πολωνική

Λέξη:
εμπλουτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
usprawniać, użyźniać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική εμπλουτίζω, εμπλουτίζω συνώνυμα, εμπλουτίζω αγγλικά, εμπλουτίζω στα πολωνική, usprawniać στα ελληνικά
εμπλουτίζω στα πολωνική