lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλλιεργώ στα γερμανικά

Λέξη:
καλλιεργώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
anbauen, angebaut, aufziehen, bauen, bearbeiten, bebauen, betreiben, erziehen, heben, hecken, kultivieren, steigern, treiben, züchten
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά καλλιεργώ, καλλιεργώ φράουλες, καλλιεργώ φασολάκια, καλλιεργώ συνώνυμα, καλλιεργώ σπανάκι, καλλιεργώ πατάτες, καλλιεργώ στα γερμανικά, anbauen στα ελληνικά
καλλιεργώ στα γερμανικά