lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κερδίζω στα γερμανικά

Λέξη:
κερδίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
abgewinnen, erlangen, gewinnen, verdienen, erwerben
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κερδίζω, κερδίζω χρόνο στα αγγλικά, κερδίζω χρόνο μετάφραση, κερδίζω χρόνο, κερδίζω χρήματα, κερδίζω τισ εντυπώσεισ, κερδίζω στα γερμανικά, abgewinnen στα ελληνικά
κερδίζω στα γερμανικά