lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κερδίζω στα λιθουανική

Λέξη:
κερδίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (3):
įgyti, laimėti, pasiekti
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική κερδίζω, κερδίζω χρόνο στα αγγλικά, κερδίζω χρόνο μετάφραση, κερδίζω χρόνο, κερδίζω χρήματα, κερδίζω τισ εντυπώσεισ, κερδίζω στα λιθουανική, įgyti στα ελληνικά
κερδίζω στα λιθουανική