lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράρτημα στα δανική

Λέξη:
παράρτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (12):
addition, anhang, anneks, appendiks, bidrag, bilag, blindtarm, bonus, forøgelse, komplement, supplement, tilsætning
Σχετικές λέξεις:
δανική παράρτημα, παράρτημα καστοριάς, παράρτημα ελλάδας του ιδρύματος ρόζα λούξεμπουργκ, παράρτημα διπλώματος, παράρτημα ασφαλείας αθηνών, παράρτημα ανακοινώσεων συμβάσεων μίσθωσης έργου (σμε), παράρτημα στα δανική, addition στα ελληνικά
παράρτημα στα δανική