lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράρτημα στα λευκορωσίας

Λέξη:
παράρτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (12):
адростак, атожылак, гук, гучок, дадаванне, дадатак, дапаўненне, дастасаванне, парастак, пасынак, прыбаўленне, прыдатак
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας παράρτημα, παράρτημα καστοριάς, παράρτημα ελλάδας του ιδρύματος ρόζα λούξεμπουργκ, παράρτημα διπλώματος, παράρτημα ασφαλείας αθηνών, παράρτημα ανακοινώσεων συμβάσεων μίσθωσης έργου (σμε), παράρτημα στα λευκορωσίας, адростак στα ελληνικά
παράρτημα στα λευκορωσίας