lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράρτημα στα γερμανικά

Λέξη:
παράρτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (24):
accessoire, addition, anbau, anhang, appendix, auswuchs, beiblatt, beifügung, beigabe, beiheft, beilage, bursche, einlage, ergänzung, halbwüchsige, komplettierung, nachtrag, supplement, zug, zugabe, zulage, zusatz, zuschuss, zuwachs
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά παράρτημα, παράρτημα καστοριάς, παράρτημα ελλάδας του ιδρύματος ρόζα λούξεμπουργκ, παράρτημα διπλώματος, παράρτημα ασφαλείας αθηνών, παράρτημα ανακοινώσεων συμβάσεων μίσθωσης έργου (σμε), παράρτημα στα γερμανικά, accessoire στα ελληνικά
παράρτημα στα γερμανικά